Παλλήνη Πολιτισμός
Στην Κάντζα το Εργαστήρι-Μνημείο, όπου η κεραμίστρια Ελένη Βερναδάκη δημιούργησε αριστουργήματα
Το εργαστήριο της μεγάλης κυρίας της κεραμικής Ελένης Βερναδάκη στην Κάντζα Παλλήνης, ένα αρχιτεκτόνημα του ιδιοφυή Τάκη Ζενέτου κηρύσσεται διατηρητέο, ύστερα από εισαγωγή του θέματος στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων.
Την εισήγηση κάνει η ίδια η υπουργός Πολιτισμού κυρία Λίνα Μενδώνη ως φόρο τιμής στην σπουδαία καλλιτέχνη αλλά και ως απόφαση της πολιτείας για την διατήρηση ενός εμβληματικού χώρου, όπου δημιουργήθηκαν μερικά από τα σημαντικότερα και ωραιότερα έργα της σύγχρονης κεραμικής με πρωτοποριακές φόρμες, που άνοιξαν νέους δρόμους στην κεραμοπλαστική.
«Από τις σημαντικότερες μορφές της τέχνης της κεραμικής στην Ελλάδα είναι η κεραμοπλάστης Ελένη Βερναδάκη, η οποία για πενήντα και πλέον χρόνια δημιούργησε εκατοντάδες κεραμικά αντικείμενα-φόρμες, ανανεώνοντας ριζικά την καλλιτεχνική κεραμική στην χώρα μας, κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα», όπως αναφέρει η υπουργός Πολιτισμού στην επιστολή προς τον Γενικό Γραμματέα Πολιτισμού κ. Γιώργο Διδασκάλου, στην οποία ζητά την άμεση εισαγωγή του θέματος στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων. παραθέτοντας στη συνέχεια όλα εκείνα τα στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της κήρυξης και διάσωσης του εργαστηρίου.
«Στα πρώιμα έργα της Βερναδάκη διαφαίνονται εκλεκτικές αναφορές στην ντόπια κεραμική παράδοση και την αρχαία ελληνική αγγειοπλαστική», αναφέρει η κυρία Μενδώνη. «Κυρίαρχο χαρακτηριστικό της είναι η δυναμική αξιοποίηση των αρχών του κεραμικού «μοντερνισμού» του 20ού αιώνα, ενώ έχει δημιουργήσει και έργα που αποτελούν ξεχωριστή έκφραση του πεδίου που περιγράφεται ως «εννοιολογική κεραμική». Κοινή συνισταμένη στη δημιουργική της πορεία είναι η έρευνα σχετικά με την ίδια την έννοια και τα όρια της κεραμικής τέχνης, αλλά και συνολικά του χειροποίητου καλλιτεχνικού αντικειμένου.
Η Βερναδάκη υπερβαίνει τη διάκριση αφενός μεταξύ «υψηλής» και «ελάσσονος» τέχνης και αφετέρου μεταξύ χρηστικού και μη χρηστικού αντικειμένου. Στο πνεύμα του studio ceramics, στο οποίο γαλουχήθηκε, δεν δεσμεύτηκε από τυποποιημένες φόρμες ή χρήσεις του κεραμικού έργου και αντιμετώπισε την κεραμική ως «συνισταμένη έκφραση των εικαστικών τεχνών», όπως τη χαρακτήριζε η ίδια. Ως μια μορφή τέχνης, η ποιότητα της οποίας ορίζεται από τη διαρκή έρευνα, τεχνική, μορφοπλαστική και διανοητική, που καταθέτει ο καλλιτέχνης».
Η Ελένη Βερναδάκη σπούδασε κεραμική στο Hammersmith College of Art and Building του Λονδίνου (1957-1959) και μόλις επέστρεψε στην Ελλάδα άνοιξε το εργαστήριό της στο κέντρο της Αθήνας (Σόλωνος 20), το οποίο από το 1974 μεταφέρθηκε στην Κάντζα, σε κτήριο που είχε ειδικά σχεδιάσει ο αρχιτέκτονας Τάκης Ζενέτος, ο οποίος σχεδίασε επίσης τον εξοπλισμό του, επέβλεψε την κατασκευή του, ακόμη και την επιλογή των υλικών, ώστε να υπηρετεί όλες τις αναγκαίες για την συγκεκριμένη τέχνη λειτουργίες του.
Όπως σχολιάζει μάλιστα η ίδια η καλλιτέχνης «ίσως να δείχνει κάπως καλοκαιρινή η κατασκευή του εργαστηρίου, αλλά είχαμε εδώ τους κλιβάνους που τους ανάβαμε σχεδόν κάθε μέρα και αυτοί αποδίδουν πάρα πολλή ζέστη». Από την άλλη «το ότι η αρχιτεκτονική αυτού του χώρου ήταν τόσο μοντέρνα, με έκανε κι εμένα να αλλάξω όλη μου την δημιουργική πορεία… Το να ζω μέσα στον μοντερνισμό αυτού του εργαστηρίου με άλλαξε. Χάρη σε αυτό οδηγήθηκα εδώ που είμαι σήμερα».
Ενδεικτικά αναφέρονται η Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Ανάπτυξης (κτήριο που στεγάζει υπηρεσίες της Βουλής), η πισίνα του Χίλτον, ο εξωτερικός τοίχος της Σχολής Μωραΐτη στο Ψυχικό (με τον Γιάννη Μόραλη) και το κεντρικό κλιμακοστάσιο του ξενοδοχείου Αστήρ Παλλάς στη συμβολή Πανεπιστημίου και Βασ. Σοφίας, όπου σήμερα στεγάζονται υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών (συνεργασία με Δημήτρη Μυταρά).
Και όπως επισημαίνει η κυρία Μενδώνη «Εδώ έγκειται και η υποχρέωση της Πολιτείας να προστατέψει και να αναδείξει την κεραμοπλαστική τέχνη, την ανανεώτριά της, αλλά και το αρχιτεκτόνημα Ζενέτου, που πλημμυρίζει από φως. Πολιτιστική κληρονομιά, που χρήζει προστασίας, δημιουργείται καθημερινά. Υπό την έννοια αυτή ο ν. 3028/2002 δεν προστατεύει μόνον τις αρχαιότητες αλλά και την πολιτιστική κληρονομιά εν γένει».