Ανθούσα Δήμος
Η ενδοκρινολόγος-διαβητολόγος Μαρία Προκοπίου γράφει για τον σακχαρώδη διαβήτη, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα
Γράφει η Μαρία Προκοπίου, ενδοκρινολόγος-διαβητολόγος
Σακχαρώδης διαβήτης: Η σιωπηλή απειλή και η επιτακτική ανάγκη για διαχείριση της νόσου
Ο σακχαρώδης διαβήτης καλπάζει και αυτό δεν είναι μια αυθαίρετη υπόθεση αλλά ένα παγκόσμιο ζήτημα υγείας που απασχολεί όλο και περισσότερο τους ειδικούς ανάτον κόσμο.
Η Παγκόσμια Ημέρα για τον Διαβήτη γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 14 Νοεμβρίου με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Διαβήτη, έχοντας ως στόχο να ευαισθητοποιήσει και να ενημερώσει το παγκόσμιο κοινό για τη διαχείριση της νόσου. Η 14η Νοεμβρίου επιλέχθηκε καθώς είναι η μέρα γενεθλίων του Kαναδού Νομπελίστα γιατρού Φρέντερικ Μπάντινγκ, ο οποίος ανακάλυψε την ινσουλίνη μαζί με τον βιοχημικό Τζον ΜακΛίοντ το 1921, σώζοντας εκατομμύρια ζωές.
Η παγκόσμια εικόνα του διαβήτη
Η νόσος αποτελεί μια από τις κύριες αιτίεςκαρδιαγγειακών παθήσεων, εγκεφαλικού, τύφλωσης, νεφρικής ανεπάρκειας και ακρωτηριασμού των κάτω άκρων. Επιπλέον ο διαβήτης, αν δεν διαγνωστεί έγκαιρα, μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλο ποσοστό αναπηρίας ή ακόμα και σε θάνατο.
Mε βάση τα επίσημα δεδομένα της ΔιεθνούςΟμοσπονδία για τον Διαβήτη (Ιnternational Diabetes Federation – IDF), οι τωρινές και μελλοντικές προβλέψεις είναι δυσοίωνες, αν δεν αλλάξει ο τρόπος που αντιμετωπίζεται (ή δεν αντιμετωπίζεται) η νόσος.
Υπολογίζεται πως:
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Και στην Ελλάδα ο σακχαρώδης διαβήτης φαίνεται πως απασχολεί όλο και περισσότερους ανθρώπους κάθε ηλικίας. Πριν από λίγους μήνες, και κατόπιν αιτήματος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων – Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ), η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΔΙΚΑ) κοινοποίησε αριθμητικά στοιχεία για τους ασθενείς που έχουν ενταχθεί σε ένα ή περισσότερα θεραπευτικά πρωτόκολλα για σακχαρώδη διαβήτη.Συνολικά, στο σύστημα της ΗΔΙΚΑ εμφανίζονται 965.293 άτομα κάθε ηλικίας ενώ από την υπηρεσία διευκρινίζουν ότι υπάρχουν ασθενείς που είναι ενταγμένοι σε περισσότερα από ένα πρωτόκολλα.Επισημαίνουν επίσης πως στον αριθμό αυτών των ασθενών θα έπρεπε να προστεθούν και όσοι έχουν διαβήτη αλλά ακόμη δεν το γνωρίζουν.
Με βάση λοιπόν τα πρόσφατα στοιχεία, περίπου 1,2εκατομμύριο άνθρωποι στην Ελλάδα είναι διαβητικοί, εκ των οποίων περίπου οι 300.000 δεν το γνωρίζουν. Αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα τους ειδικούς είναι το γεγονός πως ο αριθμός των ατόμων με τη συγκεκριμένη ασθένεια στη χώρα μας έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια, ενώ εάν προστεθεί σε αυτούς και το ποσοστό των ατόμων με προ-διαβήτη, τότε πάνω από το 20% του ελληνικού πληθυσμού, άνω των 45 ετών σχετίζεται με τη νόσο.
Εύλογα αναρωτιέται κανείς που οφείλεται αυτή η υπερβολική και ανησυχητική αύξηση. Η παχυσαρκία, η έλλειψη άσκησης και ο ανθυγιεινός τρόπος ζωής είναι οι,πλέον, προφανείς λόγοι για την ραγδαία αύξηση του σακχαρώδη διαβήτη και στη χώρα μας. Ειδικά ο καταστρεπτικός συνδυασμός «καθιστική ζωή-κακή διατροφή» φαίνεται πως καθιερώνεται πια από την παιδική/ εφηβική ηλικία και βάζει σιωπηλά τις βάσεις για την ανάπτυξη διαβήτη στην ενήλικη ζωή.
Η σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και διαχείρισης του διαβήτη
Η διαχείριση του διαβήτη χρειάζεται καθημερινή φροντίδα, συχνή παρακολούθηση, υγιεινό τρόπο ζωής και συνεχή επικοινωνία με τους ειδικούς. Είναι αυτονόητο πως ο ασθενής θα πρέπει να αναπροσαρμόσει τις διατροφικές του συνήθειες, να χάσει βάρος όπου απαιτείται, να κόψει το κάπνισμα και γενικά να μάθει να ζει με τη νόσο και να προσέχει τον εαυτό του.
Το επόμενο βήμα στην αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη είναι η χορήγηση των κατάλληλων φαρμακευτικών σκευασμάτων, δισκίων ή ενέσιμων, ή τέλος η χορήγηση ινσουλίνης σε ΣΔ1 ή και σε ΣΔ2 όπου απαιτείται για την αντιμετώπιση της υπεργλυκαιμίας. Η χορήγηση ινσουλίνης δεν θα πρέπει να καθυστερεί, αν ο διαβητικός ασθενής δεν μπορεί να ρυθμιστεί με άλλους τρόπους.
Σε γενικές γραμμές η παρακολούθηση του ασθενούς ολοκληρώνεται με τον τακτικό του έλεγχο, ο οποίος θα πρέπει να περιλαμβάνει:
Επειδή όμως κάθε περίπτωση διαφέρει, το πλάνο διαχείρισης της ασθένειας είναι ατομικό και θα πρέπει να προσαρμόζεται με βάση τις ιδιαιτερότητες κάθε ασθενή(π.χ ηλικία, τρόπος ζωής). Η ενημέρωση και η συνεχής υποστήριξη είναι δυο βασικοί πυλώνες για την αποφυγή επικίνδυνων και μη αναστρέψιμων επιπτώσεων.